«Η μεγαλύτερη απειλή για το γάμο σου είναι
να βρίσκεσαι στις Κάνες και να βλέπεις τις γυναίκες να κυκλοφορούν με
μπικίνι!». Ο Τζεφ Νίκολς, ο 32χρονος Αμερικανός σκηνοθέτης της ταινίας
«Το καταφύγιο» (στις αίθουσες), που έφυγε από το Φεστιβάλ των Κανών με
το Μέγα Βραβείο του τμήματος «Εβδομάδα κριτικής», είναι αστείος, αλλά
και συγκροτημένος, έχει χιούμορ, αλλά και μια περίεργη μεταφυσική
αγωνία.
Αγάπη και τρέλα
Οι κουβέντες για γάμο και μπικίνι δεν είναι εντελώς άσχετες με όσα βλέπουμε στην ταινία. Γιατί η σχέση του γάμου βρίσκεται βαθιά ριζωμένη στο μεταφυσικό του θρίλερ, που διαχειρίζεται τόσο ζητήματα πίστης και αγάπης όσο και το απρόβλεπτο του ανθρώπινου μυαλού, τα όρια που μπορεί να περάσει κάποιος για να βρεθεί στην «απέναντι όχθη», της παράνοιας και της τρέλας.
Κατ' αρχάς η ταινία έχει ένα εξαιρετικό πρωταγωνιστικό δίδυμο, τον Μάικλ Σάνον και την Τζέσικα Τσαστέιν, που είδαμε φέτος σε αρκετές ταινίες, από το «Δέντρο της ζωής» του Τέρενς Μάλικ έως τις «Υπηρέτριες» του Τέιτ Τέιλορ. Είναι παντρεμένοι και έχουν μία κωφάλαλη κόρη. Ο Κέρτις, ο οποίος στο επάγγελμα είναι κατασκευαστής, αρχίζει να έχει οράματα φυσικών καταστροφών: βλέπει σμήνη πουλιών να επιτίθενται, τον ουρανό να ανοίγει κ.τ.λ. Ξεκινά να φτιάχνει ένα καταφύγιο στο πίσω μέρος του σπιτιού για να προφυλάξει την οικογένειά του από την επικείμενη φυσική καταστροφή. Χωρίς όμως να είναι σίγουρος αν τα οράματά του θα βγούνε αληθινά ή αν έχει πέσει θύμα ενός παιχνιδιού που κάνει το μυαλό του, αφού έχει κληρονομικότητα σχιζοφρένειας από τη μεριά της
μητέρας του.
Ο Νίκολς, στη δεύτερη κιόλας ταινία -η πρώτη ήταν το «Shotgun stories», επίσης με πρωταγωνιστή τον Μάικλ Σάνον- δείχνει ότι ξέρει να γράφει ένα συμπαγές σενάριο με πολλές διακλαδώσεις -αφού κάτω από την ιστορία βράζουν οι μεταφυσικές και υπαρξιακές αγωνίες- και να σκηνοθετεί με ατμόσφαιρα, απεικονίζοντας τις προσωπικές «εμμονές» του ήρωα που παλεύει με τους δαίμονες του μυαλού του, με τέτοιον τρόπο ώστε και ο ίδιος ο θεατής να εγκλωβίζεται σε ένα φανταστικό σταυρόλεξο.
Και όλα αυτά έχουν τις ρίζες τους στον ίδιο το σκηνοθέτη. Για ένα πράγμα είναι σίγουρος: «Οι ιστορίες μου ξεπηδούν πάντοτε από ένα προσωπικό συναίσθημα που μπορεί να είχα κάποια στιγμή».
Το σενάριο λοιπόν αυτό, που έγραψε το 2008, σχετίζεται τόσο με το γάμο του, την καριέρα του ως σκηνοθέτη, την οικολογική καταστροφή, όσο και με την οικονομική κρίση. Το δεύτερο είναι ίσως το τελευταίο πράγμα που θα φανταζόταν κανείς.
«Οικονομική κατρακύλα»
«Ξεκίνησα να γράφω την ιστορία το 2008, τότε που οδεύαμε προς μια οικονομική κατατρακύλα. Δεν συνέβη στο βαθμό που φοβόμουν, αλλά μου προκάλεσε πολλούς προβληματισμούς. Είχα μόλις τελειώσει την πρώτη μου ταινία, που βρισκόταν σε μια καλή πορεία. Φοβόμουν, λοιπόν, ότι τη στιγμή που εγώ έβρισκα το δρόμο μου επαγγελματικά και ένιωθα ότι θα κάνω καριέρα σκηνοθέτη, όλα θα εξατμίζονταν και θα κατέληγα να έχω μια φάρμα και να καλλιεργώ πατάτες για να επιβιώσω», διηγείται ο σκηνοθέτης.
Οι σκέψεις του αυτές σχετίζονται απόλυτα με την επιθυμία του να κάνει μια ταινία για ένα ενδεχόμενο τέλος του κόσμου. Κι όμως, δεν θέλει να «διαβάζεται» αυτό ως θέμα της ταινίας του. «Δεν έκανα», ξεκαθαρίζει, «ένα φιλμ για τις πνευματικές διαταραχές. Το έχουν κάνει άλλοι σκηνοθέτες καλύτερα. Το "Καταφύγιο" είναι περισσότερο μια ιστορία για την έλλειψη επικοινωνίας, για τους ανθρώπους που έχουν φόβους και διστάζουν να τους μοιραστούν με τους συντρόφους τους».
Λαβύρινθος
Πραγματικά στην ταινία παρακολουθούμε τον ήρωα όσο πιο βαθιά να μπλέκεται στο δικό του πνευματικό λαβύρινθο τόσο να απομακρύνεται από τη γυναίκα του, που είναι γλυκιά, υπομονετική και ανεκτική. Και πάλι, όλα αυτά είναι προσωπικές «πινελιές». Γιατί όταν ο Τζεφ Νίκολς έγραφε το σενάριο, ήταν φρεσκοπαντρεμένος. «Εκανα διάφορες σκέψεις για το τι είναι τελικά ο γάμος. Για το ότι δίνεις όρκους πίστης, που πρέπει να κρατήσεις. Αν, βέβαια, μπορέσεις. Και αναρωτιόμουν ποιο είναι τελικά ένα από τα βασικά θεμέλια του γάμου. Εχω καταλήξει ότι είναι η επικοινωνία». Γι' αυτό και χαρακτηρίζει «Το καταφύγιο» ως «μια ταινία- πείραμα πάνω στην έλλειψη επικοινωνίας».
Ο Τζεφ Νίκολς, κατά τα άλλα, δηλώνει «παιδί του Νότου», αφού γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Αρκάνσας. Δεν ζει ούτε στο Λος Αντζελες ούτε στη Νέα Υόρκη, όπου συνήθως συναντάμε τους ανερχόμενους σκηνοθέτες. Μένει στο Οστιν του Τέξας. «Μην κοιτάτε που τόσην ώρα σας μιλάω για σχιζοφρένεια, πνευματικές ανησυχίες και φυσικές καταστροφές. Σας τρέλανα με τα άγχη μου, αλλά γενικά είμαι πολύ... χαρούμενος άνθρωπος», λέει γελώντας.
Τι του δίνει χαρά; Μα φυσικά το σινεμά. «Από το σχολείο ήθελα να γίνω σκηνοθέτης, αλλά δεν ήξερα τι ακριβώς είναι αυτό το επάγγελμα», λέει. Του λύθηκαν οι απορίες όταν φοίτησε στη Σχολή Κινηματογράφου της Βόρειας Καρολίνας. «Τότε κατάλαβα τι σημαίνει "κάνω μια ταινία". Μέχρι και σήμερα την αντιμετωπίζω ως ένα παζλ. Ξεκινάς από ένα σενάριο και μετά προσθέτεις τα υπόλοιπα κομμάτια».
Πηγή: enet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου